Οι διαβουλεύσεις σχετικά με το νέο θεσμικό πλαίσιο για τις Εταιρείες Επενδύσεων Ακίνητης Περιουσίας έχουν ολοκληρωθεί και τώρα αναμένονται οι κυβερνητικές αποφάσεις. Ο νέος κανονιστικός πλαίσιο αποσκοπεί, μεταξύ άλλων, στο να καταστήσει τις εταιρείες αυτές πιο ελκυστικές για ξένους επενδυτές. Οι προτάσεις της αγοράς, υπό την αιγίδα της Ένωσης Θεσμικών Επενδυτών και της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, υποβλήθηκαν (1.8.2024) με τη μορφή ενός ολοκληρωμένου προσχεδίου νόμου στην πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και περιλαμβάνουν αλλαγές στο φορολογικό καθεστώς καθώς και πέντε σημαντικές παρεμβάσεις στη λειτουργία τους.
Μία από τις προτεινόμενες αλλαγές είναι η αύξηση του ελάχιστου καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου ή του απαιτούμενου ποσού μετοχικού κεφαλαίου για τη σύσταση τους από 25 εκατομμύρια ευρώ σε 40 εκατομμύρια ευρώ. Επίσης, μια σημαντική εξέλιξη είναι η θεσμοθέτηση της δυνατότητας αγοράς, κατασκευής, λειτουργίας σταθμών παραγωγής και αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές (ΑΠΕ), συμπεριλαμβανομένης της κατασκευής και λειτουργίας φωτοβολταϊκών συστημάτων.
Οι υποδομές ΑΠΕ θα εγκατασταθούν στις ιδιοκτησίες των Εταιρειών Επενδύσεων Ακίνητης Περιουσίας με στόχο την κάλυψη των ενεργειακών τους αναγκών (καθώς και των εργαζομένων τους), τη μείωση των ενεργειακών τους εξόδων και του αποτυπώματος άνθρακα τους. Το νέο θεσμικό πλαίσιο διευκρινίζει επίσης τη δυνατότητα αγοράς, πώλησης, ανάπτυξης και εκμετάλλευσης ακινήτων μέσω μισθώσεων, συμβάσεων παραχώρησης ή συμβάσεων δημόσιας συνεργασίας (ΣΔΣ).
Επιπλέον, ζητούν να τους επιτραπεί η παροχή υπηρεσιών όπως φιλοξενία, διαχείριση ξενοδοχείων και γενικά τουριστική διαμονή. Σύμφωνα με άλλη διάταξη, η τιμή που καταβάλλεται από τις Εταιρείες Επενδύσεων Ακίνητης Περιουσίας για την απόκτηση ενός ακινήτου μπορεί να είναι έως και 15% υψηλότερη από την αξία του, όπως προσδιορίζεται από ανεξάρτητο εκτιμητή, ενώ η τιμή πώλησης μιας επένδυσης μπορεί να είναι χαμηλότερη έως και 15% της αξίας της. Στο υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο, αυτό το ποσοστό είναι 5%, το οποίο θεωρείται ότι περιορίζει τη δυνατότητά τους να προχωρήσουν σε στρατηγικής σημασίας επενδύσεις ή αναδιάρθρωση της σύνθεσης των χαρτοφυλακίων τους.
Πηγή: naftemporiki.gr