Αναδιαρθρώσεις του Δημοσίου Χρέους και οι Επιπτώσεις τους στην Ελληνική Οικονομία

Μία σημαντική εκκρεμότητα σχετικά με το δημόσιο χρέος της Ελλάδας κλείνει, ενώ αναμένεται να αυξήσει το χρέος κατά περίπου 25 δισ. ευρώ έως το τέλος του 2032. Αυτή η αύξηση σχετίζεται με τους τόκους του δανείου των 90 δισ. ευρώ που ελήφθη από το EFSF το 2012. Η Eurostat έχει ήδη ενημερώσει τις ελληνικές αρχές ότι η μισή από αυτή την υποχρέωση θα εγγραφεί σταδιακά μέχρι το τέλος του 2024, με αποτέλεσμα το ποσοστό χρέους σε σχέση με το ΑΕΠ να αυξηθεί κατά περίπου 5%.

Ωστόσο, το ελληνικό οικονομικό επιτελείο δεν δείχνει να ανησυχεί, καθώς υπάρχουν νέοι δημοσιονομικοί κανόνες που επιτρέπουν τη μη καταγραφή των αναβαλλόμενων τόκων από τα επίσημα δάνεια στους υπολογισμούς του δημοσίου χρέους. Παράλληλα, περίπου 1 δισ. ευρώ σωρεύονται ετησίως, τα οποία καταγράφονται κάθε χρόνο στο επίσημο έλλειμμα, αν και δεν προσμετρώνται στο συνολικό χρέος.

Η Ελλάδα προγραμματίζει την πρόωρη εξόφληση τριών δόσεων συνολικού ύψους 7,9 δισ. ευρώ από το δάνειο του πρώτου μνημονίου. Αυτή η διαδικασία θα γίνει εντός Δεκεμβρίου και το ποσό θα προέλθει από το «μαξιλάρι» των ταμειακών διαθεσίμων, ύψους 5 δισ. ευρώ, με τη συμφωνία του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM). Επιπλέον, αναμένονται και άλλες αντίστοιχες κινήσεις από τον Οργανισμό Διαχείρισης Δημόσιου Χρέους το 2025.

Αξιοσημείωτο είναι ότι το νέο Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό-Διαρθρωτικό Σχέδιο 2025-2028 προβλέπει μείωση του δημόσιου χρέους στο 133,4% του ΑΕΠ στο τέλος του 2028, μειωμένου από 153,7% φέτος και 114,9% το 2038. Μάλιστα, για την κατανομή αυτού του ποσού σε βάθος χρόνου, ο υφυπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Θάνος Πετραλιάς, τόνισε τη μη υπολογισμό των 7,9 δισ. πρόωρης αποπληρωμής στους σχεδιασμούς για το δημόσιο χρέος της επόμενης 15ετίας.

Επιπλέον, προγραμματίζεται η καταβολή του ποσού 3,27 δισ. ευρώ για την παραχώρηση της Αττικής Οδού, το οποίο θα μειώσει το δημόσιο χρέος κατά περίπου 1,5% του ΑΕΠ. Ο αναθεωρημένος υπολογισμός του ΑΕΠ από το 2015 στο 2020 αναμένεται επίσης να οδηγήσει σε αναθεώρηση του ονομαστικού ΑΕΠ, επηρεάζοντας θετικά το ποσοστό χρέους λόγω της αλλαγής του παρονομαστή.

Πηγή: naftemporiki.gr