Η δεύτερη Κυριακή των εκλογών του ΠΑΣΟΚ ανέδειξε τον Νίκο Ανδρουλάκη ως ξεκάθαρο νικητή, συγκεντρώνοντας περίπου 60% των ψήφων, έναντι 40% του Χάρη Δούκα. Στην εκλογική διαδικασία ψήφισαν συνολικά 212.269 μέλη και φίλοι του ΠΑΣΟΚ, σημειώνοντας μείωση συμμετοχής κατά 28,5% σε σχέση με τον πρώτο γύρο, όπου ψήφισαν 303.223 άτομα.
Ο Νίκος Ανδρουλάκης ενσαρκώνει την επιλογή που εξασφαλίζει σταθερότητα και αυτόνομη πορεία, έστω και αν βρίσκεται σε χαμηλές εκλογικές πτήσεις, σε αντίθεση με τον Χάρη Δούκα που εκπροσωπούσε μια αβέβαιη κεντροαριστερή στροφή. Επιπλέον, ο Ανδρουλάκης κέρδισε σημαντικό ποστό ψηφοφόρων από την Άννα Διαμαντοπούλου και τον Μιχάλη Κατρίνη, ενώ ο Χάρης Δούκας περιορίστηκε σε ελάχιστους ψηφοφόρους της Νάντιας Γιαννακοπούλου.
Σημαντική νίκη πέτυχε ο Ανδρουλάκης σε όλες τις περιφέρειες, ανακτώντας και τους ψηφοφόρους του Λεκανοπεδίου και του Δήμου Αθήνας. Ωστόσο, στο πλαίσιο των αστικών περιοχών, παρατηρήθηκε αυξημένη αποχή στα βόρεια και νότια προάστια, που είχαν εκδηλώσει ισχυρή υποστήριξη στους Γερουλάνο και Διαμαντοπούλου κατά τον πρώτο γύρο. Από το 70% των ψηφοφόρων που τον απέρριψαν την πρώτη Κυριακή, η πλειονότητα δεν επιλέγει ούτε τον Δούκα.
Αξιοσημείωτο είναι ότι, ενώ το ΠΑΣΟΚ κέρδισε το στοίχημα της ενότητας και της πολιτισμένης αντιπαράθεσης, διατήρησε χαμηλά ποσοστά, μην εκμεταλλευόμενο τη διάλυση του ΣΥΡΙΖΑ και την υποχώρηση της ΝΔ. Οι όποιες προσδοκίες για περαιτέρω άνοδο παραμένουν αναπάντητες, με το ερώτημα γιατί θα μπορέσει ο Ανδρουλάκης να επιτύχει τον στόχο του τώρα που απέτυχε σε ευνοϊκές συνθήκες.
Ο Νίκος Ανδρουλάκης, επιτυγχάνοντας έναν καθαρό ορίζοντα μέχρι τις εθνικές εκλογές, δείχνει την πρόθεσή του για αυτόνομη πορεία και διεύρυνση του ΠΑΣΟΚ. Ωστόσο, για να ενισχύσει τη θέση του, απαιτείται ένα νέο αφήγημα, το οποίο έως τώρα δεν έχει παρουσιαστεί. Η διαμήκης πολιτική και κοινοβουλευτική συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ καθώς και με άλλους φορείς της Κεντροαριστεράς μπορεί να κρίνει την επιτυχία του. Η συνέχιση μιας αυτόνομης πορείας μπορεί να φέρει τον κίνδυνο να χάσει το ΠΑΣΟΚ την αναγνωρισιμότητά του στο ευρύτερο πολιτικό σκηνικό.
Πηγή: naftemporiki.gr