Το μελοποιημένο έργο του Δημήτρη Παπαδημητρίου, «…που γι’ Αλεξανδρινό γράφει Αλεξανδρινός», θα παρουσιαστεί για δεύτερη φορά μέσα σε έξι μήνες στη Στέγη Ιδρύματος Ωνάση, το Σάββατο 2 Νοεμβρίου. Το έργο έχει ιστορία, καθώς πρωτοπαρουσιάστηκε το 2002 στα εγκαίνια της ιστορικής Βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας και στη συνέχεια ταξίδεψε σε πολλές χώρες.
Κατά τη διάρκεια της συναυλίας, οι ερμηνείες θα αναλάβουν εξέχοντες καλλιτέχνες όπως η Γιώτα Νέγκα και ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης. Ο συνθέτης μίλησε για τη βαθιά σχέση του με την Αλεξάνδρεια και την αλεξανδρινή ζωή, επισημαίνοντας ότι η οπτική του Καβάφη επηρεάζεται από την κοσμοπολίτικη και πνευματική κληρονομιά της πόλης.
Αναφορικά με την καβαφική ποίηση, ο Παπαδημητρίου υπογραμμίζει τη μαγεία των κρυφών νοημάτων που μπορεί να εντοπίσει κάποιος μόνο αν γνωρίζει την αλεξανδρινή κουλτούρα. Γενικότερα, η ποίηση του Καβάφη δεν απευθύνεται μόνο σε Έλληνες αλλά σε όλους τους ανθρώπους, αναδεικνύοντας τη σημασία του πολυπολιτισμικού κόσμου όπου έζησε και δημιούργησε.
Αναφορικά με τη διαδικασία επιλογής ποιημάτων, ο συνθέτης αναφέρει ότι τα έργα που μελοποίησε δεν ήταν μόνο δική του επιθυμία αλλά και αποτέλεσμα μιας εσωτερικής συμφωνίας με τα ποιήματα. Τόνισε ότι η καβαφική ποίηση είναι «έμψυχη» και εμπεριέχει μια ιδιαίτερη ενέργεια.
Καθώς αναλύει τη διαχρονικότητα του έργου του Καβάφη, ο Δημήτρης Παπαδημητρίου σημειώνει ότι η ελληνιστική περίοδος προσφέρει στοιχεία που εξακολουθούν να είναι επίκαιρα. Οι απόψεις του Καβάφη για την ελευθερία και την ατομική ταυτότητα είναι επαναστατικές ακόμη και σήμερα.
Όσον αφορά την προσωπική του ζωή, ο συνθέτης αναφέρει τις αλλαγές που του προσέφερε η πατρότητα στη δημιουργική του διαδικασία. Η εμπειρία του γονέα τον έχει οδηγήσει σε νέες μουσικές περιπέτειες και δημιουργίες.
Η βραδιά στη Στέγη έχει τον χαρακτήρα μιας μοναδικής καλλιτεχνικής εμπειρίας, όπου ο Παπαδημητρίου επιθυμεί να μεταφέρει την αλήθεια και τη μαγεία της ποίησης του Καβάφη στο κοινό του, αποφεύγοντας τη συμβατικότητα και ψηλαφώντας νέα καλλιτεχνικά μονοπάτια. Ανυπομονεί να μοιραστεί τη μουσική του με ένα κοινό που εκτιμά τη διαφορετικότητα και αναγνωρίζει τα έργα τέχνης που προσφέρουν απλόχερα συναισθήματα και σκέψεις, μακριά από τη μαζική κουλτούρα.
Πηγή: naftemporiki.gr